Περιεχόμενα
1. Ρύθμιση για την διατήρηση του μειωμένου συντελεστή σε ορισμένα νησιά.
2. Υπαγωγή στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ για τις υπηρεσίες προς του Οίκους ευγηρίας.
3. Αναστολή του φόρου υπεραξίας στα ακίνητα μέχρι 31.12.2018
4.Τροποποιήσεις στον ΚΦΔ με τις οποίες γίνονται ευνοϊκότερα τα πρόστιμα για πράξεις προσδιορισμού φόρου και εκπρόθεσμες χρεωστικές δηλώσεις χρήσεων, κ.λπ. έως 31.12.2013.
5. Απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ - 2017 και 2018 για τις ζημιές από τον σεισμό της 21ης Ιουλίου 2017
6. Ασφαλιστικές εισφορές στους τίτλους κτήσης και στις αποδείξεις δαπανών.
7. Επανακαθορίζεται το πλαίσιο χορήγησης αδείας ίδρυσης φαρμακείου
8. Με το άρθρο 46 του νόμου
4509/2017 καθιερώνεται μια νέα διαδικασία προσδιορισμού των αντικειμενικών τιμών ζωνών ακινήτων.
1. Ρύθμιση για την διατήρηση του μειωμένου συντελεστή σε ορισμένα νησιά.
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 74 του ν,
4509/2017 αντικαταστάθηκε η παράγραφος 4 του άρθρου 21 η οποία αναφέρει τα εξής :
Μέχρι 30.6.2018 για τα νησιά Λέρο, Λέσβο, Κω, Σάμο και Χίο, οι συντελεστές του φόρου μειώνονται κατά τριάντα τοις εκατό (30%), εφόσον πρόκειται για αγαθά, τα οποία κατά το χρόνο που ο φόρος γίνεται απαιτητός:
α) βρίσκονται στα νησιά αυτά και παραδίδονται από υποκείμενο στο φόρο που είναι εγκαταστημένος στα νησιά αυτά,
β) πωλούνται με προορισμό τα νησιά αυτά από υποκείμενο στο φόρο, εγκαταστημένο σε οποιοδήποτε μέρος του εσωτερικού της χώρας, προς αγοραστή υποκείμενο ή προς μη υποκείμενο στο φόρο νομικό πρόσωπο, εγκαταστημένο στα νησιά αυτά,
γ) αποστέλλονται ή μεταφέρονται προς υποκείμενο στο φόρο ή προς μη υποκείμενο στο φόρο νομικό πρόσωπο που είναι εγκαταστημένο στα νησιά αυτά, στα πλαίσια της ενδοκοινοτικής απόκτησης αγαθών,
δ) εισάγονται στα νησιά αυτά.
Η πιο πάνω μείωση των συντελεστών δεν ισχύει για τα καπνοβιομηχανικά προϊόντα και τα μεταφορικά μέσα.
Υπενθυμίζεται ότι η μείωση της προηγούμενης παραγράφου ισχύει και για τις υπηρεσίες που εκτελούνται υλικά στην περιοχή αυτήν από υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος κατά το χρόνο που ο φόρος γίνεται απαιτητός είναι εγκαταστημένος στην περιοχή αυτήν.
Επισημαίνεται ότι, κατόπιν της ανωτέρω διάταξης και σύμφωνα, οι μειωμένοι κατά 30% συντελεστές που ισχύουν στα νησιά αυτά διαμορφώνονται αντίστοιχα σε 17%, 9% και 4%.
Για τα υπόλοιπα νησιά που διατηρούν τους μειωμένους συντελεστές μέχρι 31.12.2017, από 1.1.2018 οι ισχύοντες συντελεστές ΦΠΑ θα είναι :
α) ο κανονικός συντελεστής 24%,
β) ο μειωμένος συντελεστής που εφαρμόζεται για τα αγαθά και τις υπηρεσίες του
Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ - 13%,
γ) ο υπερμειωμένος συντελεστής για ορισμένα αγαθά και υπηρεσίες του
Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ, - 6%.
Σε πιστωτικά τιμολόγια που εκδίδονται από 1/1/2018 και αφορούν συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν πριν την ημερομηνία αυτή, υπολογίζεται ΦΠΑ με τους νέους συντελεστές. Εφόσον συντρέχει λόγος έκδοσης παραστατικού για την ακύρωση συναλλαγής, (π.χ. λογιστικού σημειώματος, κλπ), πρέπει να αναγράφεται σε αυτό ο ίδιος συντελεστής ΦΠΑ που είχε η αρχική συναλλαγή, ανεξάρτητα της ημερομηνίας έκδοσής του, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή ακυρώνεται η συναλλαγή στο σύνολό της. (Σχετικ. ΠΟΛ.1061/2016)
Κατά τα λοιπά, για την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών στα νησιά, ισχύουν οι οδηγίες που έχουν δοθεί με την
ΠΟΛ.1224/12.10.2015.
2. Υπαγωγή στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ για τις υπηρεσίες προς του Οίκους ευγηρίας.
Με την παράγραφο 2 του άρθρου 74 του νόμου
4509/2017 προστέθηκε νέα περίπτωση στο χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ και συγκεκριμένα στις υπηρεσίες του παραρτήματος ΙΙΙ του ν.
2859/2000.
Β.ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
1...2...3...4
5. Η παροχή υπηρεσιών από οίκους ευγηρίας που ενεργείται στα πλαίσια κοινωνικής πρόνοιας, εφόσον δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της περίπτωσης θ΄ της παρ. 1 του άρθρου 22.
Πρόκειται για οίκους ευγηρίας, Μονάδες Φροντίδας Ηλικιωμένων που λειτουργούν ως ιδιωτικές επιχειρήσεις παροχής στέγασης και φιλοξενίας υπερηλίκων και ηλικιωμένων. Η προτεινόμενη διάταξη έχει ως στόχο την ενίσχυση ατόμων που ανήκουν σε ευαίσθητη ομάδα πληθυσμού που χρήζουν ιδιαίτερης μεταχείρισης και θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή και ευαισθησία στα πλαίσια της φορολογικής δικαιοσύνης.
Η μείωση του ΦΠΑ από 24% στο 13% για την παραπάνω περίπτωση ισχύει από 1.1.2018
3. Αναστολή του φόρου υπεραξίας στα ακίνητα μέχρι 31.12.2018
Με το άρθρο 57 του νόμου
4509/2017 τροποποιήθηκε η παρ. 33 του άρθρου 72 του νόμου
4172/2013 (ΚΦΕ)
α. Η ισχύς του άρθρου 41 αναστέλλεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018.
β. Η διάταξη της παρούσας παραγράφου τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2015.
Με την τροποποίηση αυτή Αναστέλλεται και για το έτος 2018 (είχε ήδη ανασταλεί έως 31.12.2017) η ισχύς του άρθρου 41 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ, ν.
4172/2013), σχετικά με τη φορολόγηση της υπεραξίας που προκύπτει από την μεταβίβαση ακινήτων με επαχθή αιτία.
4.Τροποποιήσεις στον ΚΦΔ με τις οποίες γίνονται ευνοϊκότερα τα πρόστιμα για πράξεις προσδιορισμού φόρου και εκπρόθεσμες χρεωστικές δηλώσεις χρήσεων, κ.λπ. έως 31.12.2013.
Με το άρθρο 49 του ν.
4509/2017 αντικαταστάθηκαν οι παράγραφοι 17 και 18 του ν.4174/2017 (ΚΦΔ), ενώ με το ίδιο άρθρο δίνονται επίσης διευκρινίσεις σχετικά με τις νέες διατάξεις οι οποίες αφορούν σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση :
Με τις προτεινόμενες διατάξεις τροποποιούνται οι παράγραφοι 17 και 18 του άρθρου 72 του ν.
4174/2013 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας Κ.Φ.Δ), προκειμένου να εφαρμόζονται οι, κατά περίπτωση, προβλεπόμενες στον ΚΦΔ κυρώσεις αντί των πρόσθετων φόρων του άρθρου 1 του ν.
2523/1997 και για φορολογικά έτη πριν την έναρξη ισχύος αυτού, εφόσον αυτές συνεπάγονται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου.
Οι τροποποιήσεις των ανωτέρω διατάξεων υπαγορεύονται από την αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ηπιότερης κύρωσης, σύμφωνα με τη γενική αρχή του ενωσιακού δικαίου και κατά πάγια νομολογία του ΔΕΕ (βλ. ΔΕΕ Jager C-420/06, σκ. 59, Campina C-45/06, σκ. 32-33, Berlusconi C-387/02, σκ. 67-69 κ.λ.π., βλ. σχετικώς ΣτΕ 2031/2013, σκ. 3). Η αρχή αυτή, σύμφωνα με την οποία, επί παραβάσεων για τις οποίες προβλέπονται διαδοχικά περισσότερες κυρώσεις επιβάλλεται αναδρομικά η ηπιότερη, ακολουθείται ήδη και από τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων (βλ.
ΣτΕ 2402/2016, ΣτΕ 2031/2013, ΣτΕ 4159-60/2009,
ΣτΕ 4166/2012, ΣτΕ 3457/2012, ΣτΕ 2048/2008 ΣτΕ 2049/2008, ΔΕφΑΘ 5263/2014, κ.ά.).
Ως προς την εφαρμογή των προτεινόμενων διατάξεων και επί εκκρεμών υποθέσεων, σημειώνεται ότι η επιεικέστερη κύρωση, εφόσον έχει τεθεί σε ισχύ ακόμα και κατά την εκκρεμοδικία ενώπιον των δικαστηρίων ουσίας κάθε βαθμού, είναι εφαρμοστέα αναδρομικά (Βλ. ΣτΕ 2408/2010, σκ. 6, 2957/2013, σκ. 11, 13, 2556/2014, σκέψη 10, 4469/2014, σκ. 4, κ.λπ.).
Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις αποτελούν τμήμα της ευρύτερης μεταρρύθμισης στον τομέα των διοικητικών κυρώσεων για φορολογικές παραβάσεις και αποσκοπούν στην αναλογικότερη επιβολή των κυρώσεων αυτών, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης, και στην βελτίωση της εισπραξιμότητάς τους.
Ευνόητο είναι ότι οι προτεινόμενες διατάξεις αφορούν μόνον την επιβολή πρόσθετων φόρων σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν.
2523/1997 και συνεπώς δεν θίγεται η επιβολή των προστίμων του
άρθρου 7 του ν.
4337/2015 που επιβάλλονται για παραβάσεις του ΚΒΣ (π.δ. 186/1992, Α' 84), του
Κ.Φ.Α.Σ. (ν.
4093/2012, Α'222) και του
άρθρου 55 παρ. 1 του Κ.Φ.Δ (ν.
4174/2013 Α' 170).
Ειδικότερα, με τις διατάξεις της παραγράφου 1 της προτεινόμενης διάταξης τροποποιείται η παράγραφος 17 του άρθρου 72 του ν.
4174/2013 και ορίζεται ότι για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που εκδίδονται από την έναρξη ισχύος της διάταξης και αφορούν σε υποχρεώσεις χρήσεις, περιόδους ή υποθέσεις πριν την έναρξη ισχύος του Κ.Φ.Δ. (ήτοι μέχρι 31.12.2013) επιβάλλεται, αντί του πρόσθετου
φόρου του άρθρου 1 του ν.
2523/1997, πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58, 58Α παρ. 2 ή 59 του ΚΦΔ, κατά περίπτωση, πλέον του τόκου του άρθρου 53 του ΚΦΔ, ο οποίος υπολογίζεται από την 1.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 ορίζεται ότι οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών και το Δικαστήριο, κατά περίπτωση, και επί εκκρεμών κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων υποθέσεων, ως ειδικότερα ορίζονται στην εν λόγω παράγραφο.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, ορίζεται ότι οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 εφαρμόζονται και στην περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή την εξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του. Προς τον σκοπό αυτό, ο φορολογούμενος υποβάλλει αίτηση και ανέκκλητη δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής της πράξης προσδιορισμού του φόρου ή της απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή του δικαστηρίου, κατά την ειδικότερα οριζόμενη στη διάταξη διαδικασία.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου τροποποιείται η
παράγραφος 18 του άρθρου 72 του ν.
4174/2013 και ορίζεται ότι για εκπρόθεσμες χρεωστικές δηλώσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος και οι οποίες αφορούν σε χρήσεις περιόδους, υποθέσεις ή εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις προ της έναρξης ισχύος του Κ.Φ.Δ. (ήτοι μέχρι 31.12.2013), επιβάλλεται, αντί του πρόσθετου φόρου του άρθρου 1 του ν.
2523/1997, πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου του άρθρου 54 του ΚΦΔ, πλέον του τόκου του άρθρου 53 του ΚΦΔ, ο οποίος υπολογίζεται από την 1.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου ορίζεται ότι ποσά που καταβλήθηκαν με οποιοδήποτε τρόπο για πράξεις προσδιορισμού φόρου και εκπροθέσμως υποβληθείσες δηλώσεις που εκδόθηκαν ή υποβλήθηκαν, κατά περίπτωση, μέχρι την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος και που αφορούν σε φορολογικές εν γένει υποχρεώσεις πριν την έναρξη ισχύος του Κ.Φ.Δ (ήτοι 31.12.2013), δεν επιστρέφονται, δεν συμψηφίζονται και δεν αναζητούνται λόγω εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
Ολόκληρο το άρθρο μαζί με τις τροποποιήσεις των παραγράφων 17 και 18 του άρθρου 72 του ΚΦΔ όπως τροποποιήθηκαν :Άρθρο 49
Τροποποίηση του άρθρου 72 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας
1. Η παρ. 17 του άρθρου 72 του ν.
4174/2013 (Α΄ 170) αντικαθίσταται ως εξής:
«17. Για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις, χρήσεις, περιόδους ή υποθέσεις έως και τις 31.12.2013 επιβάλλεται, αντί του πρόσθετου φόρου του άρθρου 1 του ν.
2523/1997, πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του
προστίμου των άρθρων 58, 58Α παράγραφος 2 ή 59 του παρόντος κατά περίπτωση, πλέον του τόκου του άρθρου 53 του παρόντος, ο οποίος υπολογίζεται από την 1.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου. Σε κάθε περίπτωση, μετά την απόκτηση του εκτελεστού τίτλου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 53 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.».
2. Οι διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 72 του ν.
4174/2013, όπως αντικαθίστανται με την παράγραφο 1 του παρόντος, εφαρμόζονται και επί εκκρεμών, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, υποθέσεων.
Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας ατόπιν άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης ή εκείνες για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης, καθώς και οι υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις ή αποφάσεις αλλά δεν έχουν κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο.
Ως εκκρεμείς νοούνται, επίσης, οι υποθέσεις οι οποίες έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου ή έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση αλλά δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο.
3. Εξαιρετικά, οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 εφαρμόζονται και στην περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή την εξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του. Προς το σκοπό αυτόν, ο φορολογούμενος υποβάλλει αίτηση - ανέκκλητη δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής της πράξης προσδιορισμού του φόρου ή της απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή του δικαστηρίου.
Στην περίπτωση αυτή, για την εφαρμογή των διατάξεων του πρώτου εδαφίου της παρ. 17 του άρθρου 72 του ν.
4174/2013, όπως αντικαθίσταται με την παράγραφο 1 του παρόντος, το ποσό του τόκου υπολογίζεται μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης - ανέκκλητης δήλωσης ανεπιφύλακτης αποδοχής.
Η αίτηση - δήλωση αυτή υποβάλλεται στον προϊστάμενο της υπηρεσίας που εξέδωσε την πράξη. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μην έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης αποδοχής. Στις περιπτώσεις που η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον των δικαστηρίων, με την ως άνω αίτηση - δήλωση αποδοχής συνυποβάλλεται και σχετική βεβαίωση της γραμματείας του αρμοδίου δικαστηρίου για το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η υπόθεση. Αν έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση, η ως άνω βεβαίωση πρέπει να διαλαμβάνει αν η απόφαση επιδόθηκε στον αντίδικο του Δημοσίου και, σε καταφατική περίπτωση, την ημεροχρονολογία της επίδοσης.
Επί υποθέσεων που έχουν ήδη συζητηθεί, αλλά δεν έχει εκδοθεί ακόμη απόφαση ή έχει εκδοθεί αλλά δεν έχει καταστεί αμετάκλητη, λόγω ύπαρξης προθεσμίας άσκησης ή λόγω άσκησης ενδίκου μέσου κατά της απόφασης, η κατά τα ανωτέρω αίτηση - δήλωση ανέκκλητης αποδοχής περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, και δήλωση παραίτησης των διαδίκων από του δικαιώματός τους να απαιτήσουν τη συμμόρφωση προς την τυχόν εκδοθησομένη δικαστική απόφαση ή να ασκήσουν οποιοδήποτε τακτικό ή έκτακτο ένδικο μέσο κατ’ αυτής ή παραίτηση από το δικόγραφο τουήδη ασκηθέντος ενδίκου μέσου.
Ειδικώς δε, σε υποθέσεις που δεν έχουν συζητηθεί ή έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί απόφαση του δικαστηρίου, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 του άρθρου 142 του ν.
2717/1999 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, Α΄ 97), τα αποτελέσματα της οποίας επέρχονται με την υποβολή στη γραμματεία του δικαστηρίου σχετικής βεβαίωσης του Προϊσταμένου της φορολογικής αρχής που εξέδωσε την πράξη, με περιεχόμενο την περάτωση της διαδικασίας της παρούσας παραγράφου.
Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δύναται να καθορίζεται η διαδικασία επιβολής των προστίμων, ζητήματα αρμοδιοτήτων και κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρ. 17 του άρθρου 72 του ν.
4174/2013, όπως αντικαθίσταται με την παράγραφο 1 του παρόντος, καθώς και των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος.
4. Η παρ. 18 του άρθρου 72 του ν.
4174/2013, αντικαθίσταται ως εξής:
«18. Εξαιρετικά, για την υποβολή εκπρόθεσμων χρεωστικών δηλώσεων, που αφορούν χρήσεις, περιόδους, υποθέσεις ή εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις έως τις 31.12.2013, επιβάλλεται, αντί του πρόσθετου φόρου του άρθρου 1 του ν.
2523/1997, πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου του άρθρου 54 του παρόντος, πλέον του τόκου του άρθρου 53 του παρόντος, ο οποίος υπολογίζεται από την 1.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου. Σε κάθε περίπτωση μετά την απόκτηση του εκτελεστού τίτλου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 53 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.».
5. Ποσά πρόσθετων φόρων που έχουν με οποιοδήποτε τρόπο καταβληθεί δυνάμει των παραγράφων 17 και 18 του άρθρου 72 του ν.
4174/2013, ως ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, δεν επιστρέφονται, δεν συμψηφίζονται και δεν αναζητούνται λόγω εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από 1.1.2018.
Οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν από 1.1.2018.
5. Απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ - 2017 και 2018 για τις ζημιές από τον σεισμό της 21ης Ιουλίου 2017
Σύμφωνα με το άρθρο 78 του ν.
4509/2017, ορίζεται ότι:
"Στο άρθρο 13 του ν.
4484/2017 (Α΄ 110) προστίθεται παράγραφος ως εξής:
«Κτίσματα μετά του αναλογούντος σε αυτά οικοπέδου, τα οποία βρίσκονται εντός ορίων του Δήμου Καλυμνίων της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου και έχουν αποδεδειγμένα υποστεί ζημιές από το σεισμό της 21ης Ιουλίου 2017 απαλλάσσονται από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. για τα έτη 2017 και 2018.»."
6. Ασφαλιστικές εισφορές στους τίτλους κτήσης και στις αποδείξεις δαπανών.
Με το άρθρο 55 του ν.
4509/2017 εισάγονται ρυθμίσεις σχετικά με τον τρόπο ασφάλισης για τα πρόσωπα που αμείβονται με Παραστατικά Παρεχόμενων Υπηρεσιών (τίτλος κτήσης - πρώην απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης).
Επίσης, αναφέρεται ο τρόπος υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών και του χρόνου ασφάλισης των ανωτέρω προσώπων, καθώς και ο χρόνος έναρξης εφαρμογής των εν λόγω ρυθμίσεων (από την έκδοση της σχετικής υπουργικής απόφασης και εφεξής).
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση :
Στις διατάξεις του
άρθρου 39 του ν.
4308/2014 «Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις» (Α' 251) προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ότι τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία, ευκαιριακά και ως παρεπόμενη απασχόληση, πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες, δεν έχουν υποχρέωση να τηρούν τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, εφόσον το εισόδημα που αποκτούν από τις συναλλαγές αυτές δεν υπερβαίνει στο σύνολο του το ποσό των 10.000 ευρώ ετησίως.
Στην ανωτέρω διάταξη υπάγονται και οι δημόσιοι ή ιδιωτικοί υπάλληλοι ή συνταξιούχοι που είναι συγγραφείς ή εισηγητές εκπαιδευτικών προγραμμάτων και σεμιναρίων, εφόσον δεν ασκούν άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα.
Για την εφαρμογή του
άρθρου 39 του ν.
4308/2014 παρέχονται οδηγίες με την
ΠΟΛ.1003/31.12.2014. Σύμφωνα με τις οδηγίες αυτές, ως ευκαιριακή παρεπόμενη δραστηριότητα χαρακτηρίζεται η δραστηριότητα που δεν ασκείται κατά σύστημα και μπορεί να αποδειχτεί από τα πραγματικά περιστατικά.
Επίσης, στην
παρ. 10 του άρθρου 8 του ν.
4308/2014, προβλέπεται ότι οι οντότητες που υπάγονται στα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, όταν συναλλάσσονται ως αγοραστές ή αποδέκτες υπηρεσιών με πρόσωπα μη υπόχρεα στην έκδοση τιμολογίου, όπως είναι τα συγκεκριμένα πρόσωπα που περιγράφονται στην παρ. 1 της προτεινόμενης διάταξης, εκδίδουν παραστατικό προς τεκμηρίωση και αναγνώριση της συναλλαγής (πρώην «απόδειξη δαπάνης» ή «τίτλος κτήσης» κ.λ.π), αλλά και για την διασφάλιση της φορολόγησης των εν λόγω εισοδημάτων, το οποίο παραδίδεται στο μη υπόχρεο σε τήρηση των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων πρόσωπο.
Επειδή, όμως, προέκυψαν ερωτήματα ως προς την εισφοροδότηση των προσώπων, τα οποία αμείβονται με τα ανωτέρω παραστατικά, με την προτεινόμενη διάταξη επιλύεται ο προβληματισμός, καθίσταται ευκολότερη και δικαιότερη η υπαγωγή τους στην ασφάλιση και καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού των εισφορών και των ημερών ασφάλισης των εν λόγω προσώπων.
Ειδικότερα, με την παρ.1 της προτεινόμενης ρύθμισης προβλέπεται ότι για τα πρόσωπα που αμείβονται με παραστατικά παρεχόμενων υπηρεσιών («τίτλος κτήσης» πρώην «απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης») καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές υπέρ ΕΦΚΑ για κύρια σύνταξη και υγειονομική περίθαλψη (παροχές σε είδος και σε χρήμα) σύμφωνα με τα οριζόμενα ποσοστά εισφορών άνω πενταετίας των
άρθρων 39 παρ. 1 και 41
παρ. 2 του ν.
4387/2016 (Α' 85).
Με την παρ. 2 ορίζεται ότι οι ανωτέρω ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί της καθαρής αξίας του παραστατικού, όπως αυτή προκύπτει μετά την αφαίρεση φόρου και άλλων επιβαρύνσεων, μη εφαρμοζομένων των ρυθμίσεων της
παρ. 3 του άρθρου 39 του ν.
4387/2016 περί κατωτάτου ορίου μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών.
Οι ασφαλιστικές εισφορές παρακρατούνται από τον εκδότη του παραστατικού κατά την έκδοσή του και αποδίδονται στον ΕΦΚΑ μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου της έκδοσης του παραστατικού μήνα.
Με την παρ. 3 της προτεινόμενης ρύθμισης, ο χρόνος ασφάλισης υπολογίζεται ως εξής:
α) Στις περιπτώσεις που από τη σύμβαση προκύπτει καθορισμένος αριθμός ημέρας/ημερών απασχόλησης και μέχρι έναν (1) πλήρη μήνα, ως χρόνος ασφάλισης λαμβάνεται η ημέρα/ημέρες που καθορίζονται στη σύμβαση, ανεξαρτήτως της διάρκειας της ημερήσιας απασχόλησης,
β) Στις λοιπές περιπτώσεις, ως χρόνος ασφάλισης λαμβάνεται το πηλίκο της καθαρής αξίας του παραστατικού, όπως ορίζεται στην παρ. 2 της προτεινόμενης διάταξης, δια του ποσού που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως αυτός ισχύει.
Με την προτεινόμενη διάταξη διευκρινίζεται, επίσης, ότι ο ανωτέρω χρόνος λογίζεται, μεταβατικά και μέχρι την πλήρη εξάλειψη των διαφορετικών συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων των εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ φορέων, ως χρόνος ασφάλισης στον πρώην ΟΑΕΕ. Σε κάθε περίπτωση ο ανωτέρω χρόνος δεν μπορεί να υπερβαίνει το χρόνο ασφάλισης που αντιστοιχεί στη διάρκεια της σύμβασης.
Επίσης, με την παρ. 3 της προτεινόμενης διάταξης αφενός ορίζεται ο τρόπος υπολογισμού των ημερών ασφάλισης και αφετέρου προβλέπεται ότι η διαδικασία απόδοσης των προβλεπόμενων από την παρούσα ρύθμιση ασφαλιστικών εισφορών, η διαδικασία, ο χρόνος και ο τρόπος δήλωσης στον ΕΦΚΑ των στοιχείων του παραστατικού και της σύμβασης από τον εκδότη του παραστατικού, καθώς και κάθε άλλο ζήτημα για την εφαρμογή της θα καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Τέλος, με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται ότι τα ανωτέρω εφαρμόζονται για παραστατικά που αφορούν σε συμβάσεις που καταρτίζονται από την δημοσίευση της υπουργικής απόφασης της παρ. 4 και εφεξής. Για τα παραστατικά που εκδίδονται και αφορούν σε συμβάσεις που έχουν καταρτισθεί πριν από την δημοσίευση της προβλεπόμενης Υπουργικής απόφασης εφαρμόζεται το προϊσχύον καθεστώς.
Διευκρινίζεται ότι η προτεινόμενη ρύθμιση αφορά στις περιπτώσεις έκδοσης παραστατικού, για το οποίο έχουν τηρηθεί όλα τα προβλεπόμενα από τη φορολογική νομοθεσία και σε καμία περίπτωση δεν αφορά περιπτώσεις προσώπων για τα οποία με βάση τα πραγματικά παραστατικά αποδεικνύεται η παροχή εξαρτημένης εργασίας. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, παρά το γεγονός ότι η αμοιβή έχει καταβληθεί με τίτλο κτήσης, εφαρμόζονται οι διατάξεις του πρώην ΙΚΑ ΕΤΑΜ περί μισθωτής εργασίας.
Τέλος, διευκρινίζεται ότι ισχύουν οι διατάξεις του
άρθρου 36 παρ. 1 και
2 του ν.
4387/2016 σε περίπτωση που προκύπτει παράλληλη απασχόληση ασφαλιστέα στον ΕΦΚΑ.
Ολόκληρο το άρθρο 55 του ν.
4509/2017 Άρθρο 55
Καταβολή ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ αμειβόμενων με Παραστατικά Παρεχόμενων Υπηρεσιών (τίτλος κτήσης - πρώην απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης)
1. Για τα πρόσωπα που αμείβονται με Παραστατικά Παρεχόμενων Υπηρεσιών (τίτλος κτήσης - πρώην απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης) καταβάλλονται ασφαλιστικέςεισφορές υπέρ ΕΦΚΑ για κύρια σύνταξη και υγειονομική περίθαλψη (παροχές σε είδος και σε χρήμα), σύμφωνα με τα ποσοστά εισφορών άνω πενταετίας των άρθρων 39 παρ. 1 περίπτωση α΄ και 41 παρ. 2 του ν.
4387/2016 (Α΄ 85).
2. Οι ασφαλιστικές εισφορές των προσώπων της παραγράφου 1 υπολογίζονται επί της καθαρής αξίας του παραστατικού, όπως αυτή προκύπτει μετά την αφαίρεση του αναλογούντος φόρου και άλλων επιβαρύνσεων, μη εφαρμοζομένων των ρυθμίσεων του άρθρου 39 περί κατώτατου ορίου μηνιαίου ασφαλιστέου εισοδήματος.
Οι ασφαλιστικές εισφορές παρακρατούνται από τον εκδότη του παραστατικού κατά την έκδοσή του και αποδίδονται στον ΕΦΚΑ μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου της έκδοσης του παραστατικού μήνα.
3. Ο χρόνος ασφάλισης υπολογίζεται ως εξής:
α) Στις περιπτώσεις που από τη σύμβαση προκύπτει καθορισμένος αριθμός ημέρας/ημερών απασχόλησης και μέχρι έναν (1) πλήρη μήνα, ως χρόνος ασφάλισης λαμβάνεται η ημέρα/ημέρες, που καθορίζονται στη σύμβαση, ανεξαρτήτως της διάρκειας της ημερήσιας απασχόλησης.
β) Στις λοιπές περιπτώσεις, ως χρόνος ασφάλισης λαμβάνεται το πηλίκο της καθαρής αξίας του παραστατικού, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2, δια του ποσού που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
Ο χρόνος ασφάλισης του παρόντος λογίζεται ως χρόνος ασφάλισης στον πρώην ΟΑΕΕ και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το χρόνο ασφάλισης που αντιστοιχεί στη διάρκεια της σύμβασης.
4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται η διαδικασία απόδοσης των ασφαλιστικών εισφορών, ο χρόνος και ο τρόπος δήλωσης των στοιχείων του παραστατικού και της σύμβασης από τον εκδότη στον ΕΦΚΑ και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
5. Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για παραστατικά που αφορούν σε συμβάσεις που καταρτίζονται από τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 4 και εφεξής. Για παραστατικά που εκδίδονται και αφορούν σε συμβάσεις που έχουν καταρτισθεί πριν από τη δημοσίευση της ανωτέρω υπουργικής απόφασης εφαρμόζεται το προϊσχύον καθεστώς.
Οι διατάξεις αυτές θα ισχύσουν για παραστατικά που αφορούν σε συμβάσεις που καταρτίζονται από τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 4 και εφεξής. Για παραστατικά που εκδίδονται και αφορούν σε συμβάσεις που έχουν καταρτισθεί πριν από τη δημοσίευση της ανωτέρω υπουργικής απόφασης εφαρμόζεται το προϊσχύον καθεστώς.
7. Επανακαθορίζεται το πλαίσιο χορήγησης αδείας ίδρυσης φαρμακείου
Με το άρθρο 64 του ν.
4509/2017 επανακαθορίζεται το πλαίσιο χορήγησης αδείας ίδρυσης φαρμακείου. Παρέχεται εξουσιοδότηση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να εκδώσει προεδρικό διάταγμα, μετά από πρόταση του Υπουργού Υγείας, με το οποίο θα καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις οι περιορισμοί, η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την χορήγηση άδειας ίδρυσης φαρμακείου καθώς και σχετικά με την λειτουργία των φαρμακείων είτε ως ατομικών επιχειρήσεων είτε ως εμπορικών εταιρειών οποιασδήποτε μορφής, πλην της ανωνύμου εταιρείας (Σήμερα τα ως άνω θέματα καθορίζονται με κ.υ.α. των αρμόδιων υπουργών)
Ορίζεται εκ νέου η διαδικασία για την δημοσίευση κενών θέσεων φαρμακείων και κάλυψης αυτών.
Καθορίζονται μεταβατικά ζητήματα σχετικά με την χορήγηση αδείας ίδρυσης φαρμακείου έως την έκδοση του σχετικού π.δ. καθώς και για τις άδειες που έχουν ή πρόκειται να εκδοθούν έως την έκδοσή του.
Ολόκληρο το άρθρο 64 έχει ως εξής :
«Άρθρο 1
Χορήγηση Άδειας Ίδρυσης Φαρμακείου
Άδεια ίδρυσης φαρμακείου χορηγείται:
α) σε φυσικά πρόσωπα που έχουν την ιδιότητα φαρμακοποιού,
β) σε φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν την ιδιότητα φαρμακοποιού και γ) σε συνεταιρισμούς μέλη της Ομοσπονδίας Συνεταιρισμών Φαρμακοποιών Ελλάδος (ΟΣΦΕ). Η άδεια χορηγείται με απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Περιφερειάρχη. Ο κάτοχος της άδειας μπορεί να λειτουργήσει φαρμακείο είτε ως ατομική επιχείρηση είτε ως εμπορική εταιρεία οποιασδήποτε μορφής, πλην αυτής της ανώνυμης εταιρείας. Με προεδρικό διάταγμα, μετά από πρόταση του Υπουργού Υγείας, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, οι περιορισμοί, η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρειασχετικά με τη χορήγηση άδειας ίδρυσης φαρμακείου, καθώς και σχετικά με τη λειτουργία των φαρμακείων είτε ως ατομικών επιχειρήσεων είτε ως εμπορικών εταιρειών οποιασδήποτε μορφής, πλην της ανωνύμου εταιρείας.».
β. Το άρθρο 3 του ν.
1963/1991 (Α΄138) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι αιτήσεις για την απόκτηση άδειας ίδρυσης φαρμακείου κρίνονται κατά την κάτωθι σειρά προτίμησης:
α) Εάν συντρέχουν αιτήσεις φαρμακοποιών ή/και ιδιωτών μη φαρμακοποιών με αιτήσεις συνεταιρισμών φαρμακοποιών μελών της ΟΣΦΕ, προτιμώνται οι φαρμακοποιοί ή/και οι ιδιώτες που αξιολογούνται με τα κριτήρια κατά την περίπτωση β’ και έπονται οι συνεταιρισμοί.
β) Εάν συντρέχουν αιτήσεις φαρμακοποιών και ιδιωτών - μη φαρμακοποιών, προτιμάται κατά την εξής σειρά η αίτηση: αα) εκείνου, που δεν έχει κατά το χρόνο χορήγησης άδειας ίδρυσης, άλλη άδεια ίδρυσης φαρμακείου ο ίδιος και προκειμένου περί του ιδιώτη - μη φαρμακοποιού και ο δηλωθείς από αυτόν υπεύθυνος φαρμακοποιός, ββ) στην οποία η άδεια εξάσκησης του επαγγέλματος του φαρμακοποιού (αιτούμενου φαρμακοποιού ή του δηλωθέντος υπεύθυνου από τον αιτούντα ιδιώτη) είναι η αρχαιότερη, γγ) στην οποία ο φαρμακοποιός (ο αιτών φαρμακοποιός ή ο δηλωθείς από τον ιδιώτη αιτούντα υπεύθυνος φαρμακοποιός) προηγείται χρονικά στη λήψη του πανεπιστημιακού του πτυχίου της φαρμακευτικής σχολής και σε περίπτωση σύγχρονης λήψης του πτυχίου, ο φαρμακοποιός με το μεγαλύτερο βαθμό πτυχίου, και δδ) του πολύτεκνου ή του τέκνου πολύτεκνης οικογένειας.
γ) Εάν συντρέχουν αιτήσεις περισσότερων του ενός φαρμακοποιών, η μεταξύ τους σειρά προτίμησης προκύπτει σύμφωνα με τα κριτήρια της ανωτέρω περίπτωσης β΄ της παρούσας παραγράφου, αναλογικά εφαρμοζόμενα.
δ) Εάν συντρέχουν αιτήσεις περισσότερων ιδιωτών, μη φαρμακοποιών, η μεταξύ τους σειρά καθορίζεται σύμφωνα με τα κριτήρια της υποπαραγράφου β΄ της παρούσας παραγράφου, αναλογικά εφαρμοζόμενα.».
2. Το άρθρο 30 του ν.
4272/2014 (Α΄145) αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Κατά τους μήνες Ιανουάριο και Ιούνιο εκάστου έτους, οι Περιφερειακές Ενότητες της χώρας αναρτούν στη διαδικτυακή ιστοσελίδα τους τις υπάρχουσες, κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους και την 31η Μαΐου του τρέχοντος έτους, κενές θέσεις φαρμακείων. Σε περίπτωση που Περιφερειακή Ενότητα δεν διαθέτει διαδικτυακή ιστοσελίδα η ανάρτηση γίνεται στην ιστοσελίδα της οικείας Περιφέρειας και δημοσιεύεται σε μία (1) τουλάχιστον εφημερίδα του τοπικού τύπου της Περιφερειακής Ενότητας.
2. Εντός του α΄ δεκαπενθημέρου των μηνών Φεβρουαρίου και Ιουλίου αντίστοιχα θα υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή οι αιτήσεις για την άδεια ίδρυσης αυτών που διαθέτουν τα νόμιμα προσόντα. Οι αιτήσεις των ενδιαφερομένων για την άδεια ίδρυσης φαρμακείου υποβάλλονται ηλεκτρονικά στην ηλεκτρονική διεύθυνση της αρμόδιας για θέματα Δημόσιας Υγείας Διεύθυνσης της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του φαρμακείου ή, ελλείψει τέτοιας, της τοπικής υπηρεσίας της αρμόδιας για θέματα Δημόσιας Υγείας Διεύθυνσης της Περιφέρειας. Σε περίπτωση αδυναμίας του αιτούντος να υποβάλει την αίτηση ηλεκτρονικά, η κατάθεση της τελευταίας γίνεται ιδιοχείρως από αυτόν ή από εκπρόσωπο με εξουσιοδότηση θεωρημένη, σύμφωνα με το νόμο για το γνήσιο της υπογραφής, στη Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του φαρμακείου.
3. Ο αιτών οφείλει εντός μηνός από την υποβολή της αίτησης να υποβάλει στην αρμόδια για θέματα Δημόσιας Υγείας Διεύθυνση της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του φαρμακείου ή, ελλείψει τέτοιας, στην τοπική υπηρεσία της αρμόδιας για θέματα Δημόσιας Υγείας Διεύθυνσης της Περιφέρειας, ηλεκτρονικά, ή σε περίπτωση αδυναμίας του ιδιοχείρως, ή με εκπρόσωπο δυνάμει εξουσιοδότησης θεωρημένης σύμφωνα με το νόμο για το γνήσιο της υπογραφής, τα προβλεπόμενα κατά περίπτωση δικαιολογητικά. Ο αιτών συνυποβάλλει υπεύθυνη δήλωση, όπου αναγράφει εάν έχει λάβει ο ίδιος ή ο δηλωθείς από αυτόν υπεύθυνος φαρμακοποιός άδεια ίδρυσης φαρμακείου οποτεδήποτε και οπουδήποτε, τον αριθμό αυτών των αδειών, καθώς και εάν έχει υποβάλει (ο ίδιος ή ο δηλωθείς υπεύθυνος φαρμακοποιός) αίτηση που εκκρεμεί για τη χορήγηση άλλης άδειας ίδρυσης σε οποιαδήποτε Περιφερειακή Ενότητα. Σε περίπτωση που υφίσταται άδεια ίδρυσης ή στην περίπτωση που εκκρεμεί αίτηση για τη χορήγηση άλλης άδειας ίδρυσης, στην υπεύθυνη δήλωση αναγράφονται και επισυνάπτονται οι σχετικές άδειες και αιτήσεις.».
3.α. Μέχρι τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος του άρθρου 1 του ν.
1963/1991, άδειες ίδρυσης φαρμακείου χορηγούνται με απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Περιφερειάρχη, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τους όρους της παρούσας παραγράφου, μόνον:
α) Στην περίπτωση νέας άδειας σε δήμους ή σε τοπικές ή δημοτικές κοινότητες με πληθυσμό, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, έως χίλιους (1.000) κατοίκους ή β) σε περίπτωση εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 12 του ν. 5607/1932 (Α΄ 300) ή της παρ. 6 του άρθρου 36 του ν.
3918/2011 (Α΄ 31).
β. Για την απόκτηση της άδειας της περίπτωσης α΄, οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν αίτηση προς την αρμόδια για θέματα Δημόσιας Υγείας Διεύθυνση της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του φαρμακείου ή, ελλείψει τέτοιας, στην τοπική υπηρεσία της αρμόδιας για θέματα Δημόσιας Υγείας Διεύθυνσης της Περιφέρειας, σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 5607/1932 (Α΄ 300).
Απαραίτητα προσόντα που πρέπει να διαθέτει ο αιτών την άδεια, τα οποία αποδεικνύονται από έγγραφα που συνυποβάλλει με την αίτησή του, είναι:
α) άδεια ασκήσεως επαγγέλματος φαρμακοποιού της Ελλάδας ή κράτους - μέλους της Ε.Ε.,
β) ελληνική ιθαγένεια ή υπηκοότητα ενός εκτός των κρατών - μελών της Ε.Ε.,
γ) να μην έχει καταδικασθεί αμετάκλητα σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, εγκλήματα κατά των ηθών, συκοφαντική δυσφήμιση, για πράξεις που έχουν σχέση με την άσκηση του επαγγέλματός του, κιβδηλεία, παραχάραξη, παράβαση κακουργηματικού χαρακτήρα των διατάξεων των νόμων περί ναρκωτικών, του άρθρου 187Α του Ποινικού Κώδικα, όπως αυτός ισχύει, ή να μην έχει καταδικασθεί αμετάκλητα για κακούργημα ή καθ’ υποτροπή για πλημμέλημα για το οποίο επεβλήθη η στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων ή να μην έχει παραπεμφθεί με αμετάκλητο βούλευμα για κάποιο από τα παραπάνω αδικήματα,
δ) να μην οφείλει στο ελληνικό Δημόσιο οποιαδήποτε οφειλή από φόρους, πρόστιμα ή άλλη αιτία, ε) να μην του έχει επιβληθεί ως κύρωση η οριστική ανάκληση της άδειας ίδρυσης φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης.
Η άδεια δηλώνεται από τον κάτοχό της στον οικείο Φαρμακευτικό Σύλλογο εντός εξήντα (60) ημερών από τη λήψη της.
Με απόφαση του Υπουργού Υγείας μπορούν να καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και κάθε άλλ σχετική λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.
γ. Έως τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος της παρ.1 του άρθρου 1 του ν.
1963/1991, μεταξύ φαρμακοποιών, που κατέθεσαν αίτηση για άδεια ίδρυσης φαρμακείου, προτιμάται κατά την εξής σειρά η αίτηση:
α) εκείνου, που δεν έχει ήδη σε ισχύ κατά το χρόνο χορήγησης άδειας ίδρυσης, άλλη άδεια ίδρυσης φαρμακείου,
β) εκείνου, που η άδεια εξάσκησης του φαρμακευτικού επαγγέλματος είναι η αρχαιότερη,
γ) εκείνου, που προηγείται χρονικά στη λήψη του πανεπιστημιακού του πτυχίου της φαρμακευτικής σχολής και σε περίπτωση σύγχρονης λήψης του πτυχίου ο φαρμακοποιός με το μεγαλύτερο βαθμό πτυχίου και
δ) του πολύτεκνου ή του τέκνου πολύτεκνης οικογένειας.
δ. Η διάρκεια ισχύος αδειών ίδρυσης και λειτουργίας φαρμακείου που έληξαν ή λήγουν κατά το χρονικό διάστημα από 6.7.2017 και έως τρεις (3) μήνες μετά τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος της παρ.1 του άρθρου 1 του ν.
1963/1991, παρατείνεται έως τρεις (3) μήνες μετά τη δημοσίευση του ως άνω προεδρικού διατάγματος. ε. Αποφάσεις αδειών ίδρυσης φαρμακείων που χορηγήθηκαν δυνάμει των υπ’ αρ. πρωτ.Γ5(β)/Γ.Π.οικ. 82829/2015 (Β΄ 2330), Γ5(β)Γ.Π.οικ.6915/2016 (Β΄ 138) και Γ5(β) Γ.Π. οικ. 36277/2016 (Β΄ 1445) υπουργικών αποφάσεων,θεωρούνται σύννομες και παραμένουν σε ισχύ, εάν δεν ακυρώθηκαν ή ακυρωθούν με απόφαση δικαστικής ή διοικητικής αρχής.
8. Με το άρθρο 46 του νόμου
4509/2017 καθιερώνεται μια νέα διαδικασία προσδιορισμού των αντικειμενικών τιμών ζωνών ακινήτων.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση :
Με τις παραγράφους 1 και 2 της προτεινόμενης ρύθμισης τροποποιείται το άρθρο 41 του ν.
1249/1982 (Α' 43), με το οποίο ορίζεται ο τρόπος προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων. Σκοπός της τροποποίησης είναι η καθιέρωση μίας διαδικασίας προσδιορισμού των αντικειμενικών τιμών ζωνών περισσότερο αμερόληπτης και αντικειμενικής από την ισχύουσα, με στόχο την βέλτιστη προάσπιση των δημοσιονομικών και κοινωνικών συμφερόντων της χώρας.
Ενόψει του γεγονότος ότι η αγορά ακινήτων έχει απωλέσει σε μεγάλο βαθμό τη δυναμικότητα της λόγω της τρέχουσας δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας, κρίνεται απολύτως απαραίτητος ο επαναπροσδιορισμός της αξίας της ακίνητης περιουσίας με τρόπο αντικειμενικό και ορθολογικό και με τη χρήση όλων των διαθέσιμων μέσων.
Πιο συγκεκριμένα, με την πρώτη παράγραφο, τροποποιείται η παρ. ς 1 του άρθρου 41 του ν.
1249/1982, με την οποία προβλεπόταν ο τρόπος συγκρότησης τοπικών Επιτροπών για την εισήγηση των εν λόγω τιμών προς τον Υπουργό Οικονομικών, έτσι ώστε οι τιμές εκκίνησης και οι συντελεστές αυξομείωσής τους να καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση των Πρωτοβάθμιων και Δευτεροβάθμιων Επιτροπών των παρ. 1Α και 1Β αντίστοιχα που προστίθενται στο άρθρο 41 του ν.
1249/1982 με την παρ. 2 της παρούσας τροπολογίας. Ειδικότερα, με τη δεύτερη παράγραφο προστίθενται παρ. 1Α, 1Β και 1Γ στο άρθρο 41 του ν.
1249/1982..
Με την παράγραφο 1Α προβλέπεται νέος τρόπος συγκρότησης των τοπικών Επιτροπών, με τη συμμετοχή υπαλλήλων των κατεξοχήν αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, δηλαδή των κτηματικών υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας. Επιπροσθέτως, προβλέπεται η συμμετοχή στις Επιτροπές υπαλλήλων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και των αρμόδιων υπηρεσιών των Δήμων.
Τέλος θεσμοθετείται η συμμετοχή εκπροσώπων των αρμόδιων φορέων της αγοράς, δηλαδή συμβολαιογράφων, εκπροσώπων του Εθνικού Κτηματολογίου, εκπροσώπων των Τραπεζικών Ιδρυμάτων, καθώς και εκτιμητών που έχουν εγγραφεί στο αντίστοιχο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι και θα καταθέτουν την αρχική εισήγηση στις Επιτροπές.
Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται η συνεργασία εκπροσώπων από δημοσίους και ιδιωτικούς φορείς, οι οποίοι διαθέτουν την απαιτούμενη εμπειρία και τεχνογνωσία για τον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων και αναμένεται να υποβάλουν προς τον Υπουργό Οικονομικών αντικειμενικές, ρεαλιστικές και έγκυρες εισηγήσεις.. Επίσης, η διάταξη εναρμονίζεται με την παρ. 4 του άρθρου 261 του ν. 3852/2010 (Α' 87), με την οποία προβλέφθηκε η γνωστοποίηση προς τις Επιτροπές της άποψης του εκάστοτε αρμόδιου Δημοτικού Συμβουλίου, μέσω εκπροσώπου του οικείου Δήμου, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου στις Επιτροπές.Επιπλέον, με την παρούσα ρύθμιση παρέχεται στις Επιτροπές για πρώτη φορά η δυνατότητα να ζητούν τη συνδρομή άλλων εμπειρογνωμόνων, φορέων ή προσώπων με εμπειρία και ειδικές γνώσεις στους τομείς της πολεοδομίας της τοπογραφίας των οικοδομικών κατασκευών, της γεωπονίας ή της δασολογίας προκειμένου τα μέλη τους να σχηματίζουν μία ολοκληρωμένη άποψη και να διευκολύνονται στην άρτια και ορθολογική ολοκλήρωση του έργου τους.
Τέλος, για πρώτη φορά, δίνεται η δυνατότητα στις Επιτροπές να λαμβάνουν στοιχεία από αρμόδιους φορείς (Τεχνικό Επιμελητήριο, Τράπεζα της Ελλάδας Ελληνική Ένωση Τραπεζών και Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων), χωρίς να υπόκεινται σε περιορισμούς απορρήτου, για την αποτελεσματικότερη λειτουργία τους και την ταχεία επίτευξη του έργου τους. Προς το σκοπό, όμως διασφάλισης των συμφερόντων των πολιτών, προβλέπεται υποχρέωση των μελών των Επιτροπών για τήρηση απόλυτης εχεμύθειας.
Με τη νέα παράγραφο 1Β που προστίθεται στο άρθρο 41 του ν.
1249/1982 προβλέπεται η σύσταση Δευτεροβάθμιας Τριμελούς Επιτροπής που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και αποτελείται από ένα Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ως Πρόεδρο και τους επικεφαλής των αρμοδίων υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων ως μέλη. Η σύσταση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν στρεβλώσεις που μπορεί να προκύψουν κατά τη λειτουργία, τον όγκο της εργασίας και τη διάχυτη αρμοδιότητα των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών αλλά και να διασφαλιστεί στο μέγιστο βαθμό η εγκυρότητα και αξιοπιστία των αποτελεσμάτων τους. Για το σκοπό αυτό άλλωστε με την προτεινόμενη παράγραφο παρέχεται στην Επιτροπή η δυνατότητα να υποβάλει στον Υπουργό Οικονομικών πρόταση για τη σύσταση επιστημονικής επιτροπής με εμπειρογνώμονες της αγοράς προκειμένου να την επικουρούν στο έργο της. Οι λεπτομέρειες λειτουργίας της Επιτροπής θα καθοριστούν με σχετική υπουργική απόφαση
Με τη νέα παράγραφο 1Γ που προστίθεται στο άρθρο 41 του ν.
1249/1982 δίνεται εξουσιοδότηση προς τον Υπουργό Οικονομικών για τη ρύθμιση των απαραίτητων λεπτομερειών για τη λειτουργία των Πρωτοβάθμιων και Δευτεροβάθμιων Επιτροπών.
Με την παράγραφο 3, εισάγεται μία εξαιρετική διαδικασία καθορισμού των τιμών εκκίνησης η οποία θα εφαρμοστεί μόνο για μία φορά μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Ο λόγος της επείγουσας αυτής ρύθμισης είναι αφενός η προαναφερθείσα δημοσιονομική κατάσταση της χώρας η οποία έχει επηρεάσει την αγορά ακινήτων και, αφετέρου, οι έντονες αμφισβητήσεις που έχουν παρατηρηθεί κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα σχετικά με τις παλαιότερες τιμές ζωνών και έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ασταθούς τοπίου στη σχετική αγορά αλλά και στη φορολογική αντιμετώπισή της. Μέσα στο πλαίσιο των δεσμεύσεων της χώρας για την επιτυχή ολοκλήρωση της δημοσιονομικής συμφωνίας και την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας η σχετική ρύθμιση επιτρέπει τον άμεσο επαναπροσδιορισμό των αντικειμενικών τιμών των ακινήτων, με τρόπο που να εξασφαλίζει την εγκυρότητα των τιμών αυτών και να υπηρετεί την κοινωνική δικαιοσύνη.
Για τον άμεσο, λοιπόν, προσδιορισμό των αντικειμενικών τιμών, το έργο της σύνταξης των απαιτούμενων εισηγήσεων προς τον Υπουργό Οικονομικών ανατίθεται στους ειδικούς εκτιμητές που έχουν πιστοποιηθεί στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών στο πεδίο των ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών και οι οποίοι διαθέτουν σημαντικά εχέγγυα γνώσης, πληροφόρησης, εμπειρίας και αμεροληψίας και δεσμεύονται από τον σχετικό Κώδικα Δεοντολογίας του Υπουργείου Οικονομικών.
Οι εκτιμητές που θα αναλάβουν το έργο, θα επιλεχθούν κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης, με αδιάβλητες και διαφανείς διαδικασίες. Μέσω ειδικής πλατφόρμας της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, οι εισηγήσεις των πιστοποιημένων εκτιμητών θα διασταυρώνονται με τα διαθέσιμα στοιχεία από τα τραπεζικά ιδρύματα, προκειμένου να εξαχθούν όσο το δυνατό ασφαλέστερα αποτελέσματα για τις τιμές των ζωνών.Στις περιπτώσεις που δεν καταστεί εφικτός ο ασφαλής προσδιορισμός τιμών εκκίνησης κατά την εξαιρετική αυτή διαδικασία αρμόδια προς τούτο καθίσταται η Δευτεροβάθμια Τριμελής Επιτροπή της παρ. 1Β..
Η προβλεπόμενη στην προτεινόμενη παράγραφο 3 διαδικασία αναμένεται να έχει άμεσα και έγκυρα αποτελέσματα και να προσφέρει σημαντικά στην εξυγίανση όλων των δράσεων που σχετίζονται με τα ακίνητα, είτε αυτές αφορούν τη φορολογική και δημοσιονομική πολιτική, είτε την ενίσχυση της αγοράς και της οικονομίας.
Για τον καθορισμό των επιμέρους λεπτομερειών προβλέπεται η έκδοση σχετικής υπουργικής απόφασης.
Οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 46 :
Τροποποίηση του ν.
1249/19821.α. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 41 του ν.
1249/1982 (Α΄43) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι τιμές εκκίνησης και οι συντελεστές αυξομείωσής τους καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση των Επιτροπών των παραγράφων 1Α ή 1Β του παρόντος άρθρου, κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη και τη γνώμη του αρμόδιου δημοτικού συμ-
βουλίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 261 του ν. 3852/2010 (Α΄87).».
β. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου, το οποίο προστέθηκε με την παρ. 18 του άρθρου 14 του ν.
1882/1990 (Α΄43), καταργείται.
2. Μετά την παρ. 1 του άρθρου 41 του ν.
1249/1982, προστίθενται παράγραφοι 1Α, 1Β και 1Γ ως εξής: «1Α. Σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα συστήνεται επταμελής Πρωτοβάθμια Επιτροπή η οποία αποτελείται από έναν υπάλληλο της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, έναν υπάλληλο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), έναν μηχανικό της Υπηρεσίας Δόμησης του δήμου, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκονται τα ακίνητα, έναν εκπρόσωπο της Συντονιστικής
Επιτροπής Συμβολαιογραφικών Συλλόγων Ελλάδας, έναν εκπρόσωπο της εταιρείας «Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση Α.Ε.» (Ε.Κ.Χ.Α. Α.Ε.), έναν εκπρόσωπο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και έναν πιστοποιημένο εκτιμητή, εγγεγραμμένο στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών στο πεδίο των ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών, ως μέλη, με τους αναπληρωτές τους. Οι Επιτροπές συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετα από πρόταση των αρμόδιων φορέων. Καθήκοντα εισηγητή ασκεί ο πιστοποιημένος εκτιμητής. Ως παρατηρητής στις συνεδριάσεις των Επιτροπών παρίσταται εκπρόσωπος του οικείου δήμου, ο οποίος μεταφέρει στην Επιτροπή την άποψη του δημοτικού συμβουλίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και την παρ. 4 του άρθρου 261 του ν. 3852/2010.
Οι Επιτροπές δύνανται να ζητούν τη συνδρομή οποιουδήποτε άλλου φορέα ή προσώπου, με εμπειρία και ειδικές γνώσεις πολεοδομίας, τοπογραφίας, οικοδομικών κατασκευών, γεωπονίας ή δασολογίας για την ολοκλήρωση του έργου τους.
Οι Επιτροπές δύνανται να ζητούν τη χορήγηση μη προσωποποιημένων στοιχείων από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, την Τράπεζα της Ελλάδος, την Ελληνική Ένωση Τραπεζών και τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε., τα οποία παρέχονται υποχρεωτικώς, χωρίς την επίκληση
απορρήτου. Τα μέλη των Επιτροπών και οι εμπειρογνώμονες που λαμβάνουν γνώση των ανωτέρω στοιχείων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους υποχρεούνται να τηρούν απόλυτη εχεμύθεια.
1Β. Συστήνεται Τριμελής Δευτεροβάθμια Επιτροπή η οποία εισηγείται τις τιμές εκκίνησης σε περίπτωση αδυναμίας ασφαλούς προσδιορισμού τους από την αρμόδια Επιτροπή της παραγράφου 1Α του παρόντος άρθρου. Η Δευτεροβάθμια Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και αποτελείται από έναν Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που προτείνονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών της Γενικής
Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών και τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Εφαρμογής Φορολογίας Κεφαλαίου και Περιουσιολογίου της Α.Α.Δ.Ε., ως μέλη, με τους αναπληρωτές τους. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Τριμελούς Δευτεροβάθμιας Επιτροπής δύναται να συσταθεί επιστημονική επιτροπή με εμπειρογνώμονες - εκπροσώπους του Συλλόγου Εκτιμητών Ελλάδος της Τράπεζας της Ελλάδος, της ΕΛΣΤΑΤ, της εταιρείας Ε.Κ.Χ.Α. Α.Ε. και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, προκειμένου να επικουρεί την Τριμελή Δευτεροβάθμια Επιτροπή στο έργο της.
1Γ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο ζήτημα, σχετικό με τη συγκρότηση, τον τρόπο και τη μεθοδολογία λειτουργίας των Επιτροπών των δύο προηγούμενων παραγράφων, τις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιλαμβάνεται η Επιτροπή της παραγράφου
1Β., την τεκμηρίωση και διατύπωση των εισηγήσεων, το χρόνο ολοκλήρωσης του έργου τους, την αποζημίωση των ειδικών εισηγητών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.».
3. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 41 του ν.
1249/1982, όπως τροποποιείται με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οι τιμές εκκίνησης που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 1 της με αριθμ. 1067780/82/Γ0013/9.6.1994 (Β΄ 549) απόφασης
του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται με ειδική διαδικασία, η οποία θα εφαρμοστεί άπαξ μετά τη δημοσίευση του παρόντος, ως εξής:
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών η σύνταξη εισήγησης για τον καθορισμό των τιμών εκκίνησης ανατίθεται σε πιστοποιημένους εκτιμητές εγγεγραμμένους στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών στο πεδίο των ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών.
Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου εκδίδεται κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος του Γενικού Γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών η οποία αναρτάται στη Διαύγεια και στην οποία περιγράφεται το έργο, η διαδικασία για την εκδή- λωση ενδιαφέροντος, ο τρόπος επιλογής των εκτιμητών, η αμοιβή τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Οι εισηγήσεις των εκτιμητών κατατίθενται ηλεκτρονικά σε βάση δεδομένων που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών. Στην ίδια βάση δεδομένων δύνανται να υποβάλονται αντίστοιχα διαθέσιμα δεδομένα από τραπεζικά ιδρύματα, προς το σκοπό εκτέλεσης διασταυρώσεων. Σε περίπτωση αδυναμίας ασφαλούς προσδιορισμού των τιμών εκκίνησης με βάση τα ανωτέρω στοιχεία, αρμόδια να εισηγηθεί τις τιμές εκκίνησης καθίσταται η Δευτεροβάθμια Τριμελής Επιτροπή της παραγράφου 1Β. του άρθρου 41 του ν.
1249/1982 που προστίθεται με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Πηγή: Επιστημονική ομάδα TAXHEAVEN
[27.12.2017] Taxheaven © Δείτε περισσότερα
https://www.taxheaven.gr/news/news/view/id/38529